30.7.11

πέντε και μια

«Αυτή την εποχή δεν την λες και την πιο τυχερή μου». Αυτή ήταν και η πρώτη σκέψη μου σήμερα το πρωί μόλις άνοιξα τα μάτια μου. Δεν το λες και το πιο αισιόδοξο πράγμα του κόσμου. Τεντώθηκα, μαζεύτηκα, κανάκεψα το πονεμένο μου πόδι και πετάχτηκα από το κρεβάτι. Πλένοντας τα δόντια μου σκέφτηκα ότι μόλις γυρίσω από τις διακοπές μάλλον πρέπει να κάνω κάτι με τον φρονιμίτη. Ξέρω πως θα ταίριαζε να σκεφτώ κάτι πιο βαθύ, κάτι πιο πιασάρικο, αλλά δεν γράφω σενάριο ρε πουλάκι μου. Έστυψα πορτοκάλια, έπλυνα σταφύλι και βερίκοκα και τα έβαλα όλα μαζί στο μπλέντερ. Η διπλανή έψηνε κέικ και η μυρωδιά του μαζί με των φρούτων μου θύμισε την χτεσινή μυρωδιά στο σφηνάκι με ανανά. Ο ανανάς μυρίζει πολύ καλοκαίρι. Και η καραμέλα μυρίζει αγάπη. Η κανέλα μυρίζει θαλπωρή και το κοκκινιστό μυρίζει Κυριακή. Χαμογέλασα στο μπλέντερ. Και δεν είναι πολύ νορμάλ αυτό. Αλλά να ξέρεις εγώ στο σπίτι μόνη μου κάνω πολλά καραγκιοζιλίκια. Με πρώτο και καλύτερο ότι κάθε φορά που μπαίνω φωνάζω Ηoney I m home στο πουθενά.

Όσο έπινα τον χυμό σκέφτηκα την Σοφία που ξέρω από την εποχή των δεινοσαύρων. Τον Δημήτρη και τους παιδικούς του φίλους και την Αργυρώ. Μετά την Μαριέττα και την Ευαγγελία. Μετά τον Τάσο, τον Παύλο, τον Πάνο. Αν δεν μου άρεσε τόσο ο χυμός θα τον παρατούσα για να χοροπηδήσω κανα τέταρτο από την χαρά μου για το πόσο καλούς φίλους έχω. Αλλά τον χυμό πρέπει να τον πίνεις αμέσως γιατί χάνει τις βιταμίνες του.

Είδα τα email μου και έβγαλα το κοτόπουλο από την κατάψυξη. Έπρεπε να βιαστώ γιατί περίμενα την Φωτεινή να έρθει για καφέ. Η Φωτεινή που λες είναι αδερφή του παιδικού φίλου του Δημήτρη που αγαπούσα σαν Θεό και όταν έχει πέσει από μια αυτοσχέδια κούνια που έχει φτιάξει ο μπαμπάς μου για όλα τα παιδάκια της γειτονιάς εγώ έκλαιγα πέντε ώρες που πόνεσε ο Δημήτρης. Η Φωτεινή και ο Δημήτρης έχουν ξαδέρφια την Μαρία και τον Βασίλη και παίζαμε όλοι μαζί. Η πρώτη πρόταση γάμου που μου έγινε ήταν από τον Βασίλη και η απάντηση μου ήταν «όχι, δεν θέλω τα παιδιά μου να πάρουν το όνομα της μαμάς σου. Σούλα» είχα πει με ύφος χιλίων καρδιναλίων και αυτό έμελλε να γίνει και το μέλλον μου με τα αγόρια. Να τους απαντάω πάντα με ότι δεν περιμένουν σε όποια ερώτηση. Παναγίτσα αποπροσανατολίστηκα, τι έλεγα; Α η Φωτεινή. Είχα να την δω από τότε. Αλλά αυτές τις μέρες μιλούσαμε στο τηλέφωνο και είπαμε να βρεθούμε. Παίζει να είναι η πιο όμορφη φίλη που έχω. Και λέω να την κρατήσω και στην ενήλικη ζωή μου γιατί τις δύο ώρες που κάτσαμε μαζί ήταν σαν να μιλούσα με την κολλητή μου. Πάμε παρακάτω γιατί τελειωμό δεν έχω και έχω να πάρω και ένα τηλέφωνο. Σημαντικό.

Όταν έφυγε η Φωτεινή έβαψα τα νύχια των χεριών μου με ένα κοραλλί βερνίκι και όσο στέγνωναν έκατσα στο μπαλκόνι και σκέφτηκα πως αν αλλάξω σπίτι αυτό το μπαλκόνι θα μου λείψει. Θυμήθηκα το σπίτι που είδα τις προάλλες και πως από το μπαλκόνι του έβλεπε την αυλή ενός χαμόσπιτου και πως τελικά το μπαλκόνι μου μπορεί να μην έχει την πιο ωραία θέα του κόσμου, αλλά έχει απίστευτα ζωντανά χρώματα. Είμαι και λίγο βλαμμένη και έκανα το μπεζ της απέναντι πολυκατοικίας να μοιάζει ονειρικό.

Και επειδή το ξέρω πως θες να σου γράψω κάτι σαν σενάριο, «ο ήχος του κινητού μου με τάραξε» και μόλις είδα από ποιόν είναι το μήνυμα έβαλα το τραγούδι για να έχουμε και soundtrack. Άνοιξε το εσύ. Είναι προγραμματισμένο για να ταιριάζει με τα παρακάτω. Ελα θα σε περιμένω. Οκ;

Και άνοιξα το μήνυμα.. Και άκουγα το τραγούδι. Και η μέρα έγινε λίγο πιο όμορφη, λίγο πιο σοφή, λίγο πιο χρωματιστή, λίγο πιο μελωδική, λίγο πιο μυρωδάτη.

Η ζωή μας όλη αν το σκεφτείς είναι αυτές οι πέντε. Οι αισθήσεις ντε. Να μυρίζεις, να ακούς, να βλέπεις, να νιώθεις, να γεύεσαι. Είτε πραγματικά είτε με το μυαλό. Γιατί κάποιοι από εμάς δεν έχουν την πολυτέλεια και των πέντε. Και μια, αυτή η μια. Η αγάπη. Το συναίσθημα. Για τους φίλους σου, την οικογένεια σου, κάποιον άγνωστο, για σένα τον ίδιο.

Πάω να παίξω μπάλα. Τόση σοφία δεν ξέρω που την βρήκα απογευματιάτικα.

Σε φιλώ.

ΥΓ Μην ψάχνεις αν γράφω για την αφή. Δεν γράφω. Πάνε οι εποχές της τελειομανίας. Ότι έχουμε γράφουμε.

1 σχόλιο: