26.8.09

Γιώργος Χ.

Γνωριστήκαμε σε μια παρέα ένα βράδυ σε ένα μαγαζί και μιλήσαμε για πολύ λίγο. Όταν ξαναβρεθήκαμε μετά από καιρό, μου τον σύστησαν ξανά. Θυμήθηκα το χαρακτηριστικό του επίθετο και προσπάθησα να τον κάνω να θυμηθεί ότι έχουμε γνωριστεί ξανά. Επέμενα τόσο που άρχισε να μοιάζει με χαζό φλερτ από μέρος μου. Το συνειδητοποίησα και έκανα πίσω. Παραδέχτηκα, χωρίς να το πιστεύω, ότι όντως δεν ήταν αυτός και ότι έκανα λάθος. Εξάλλου δεν ήταν και πολύ κολακευτικό να μην σε θυμάται κάποιος..

Προσπάθησα να αλλάξω κουβέντα, για να το κάνω να ξεχαστεί. Και τότε εκείνος συνωμοτικά μου ψιθύρισε.. ’’σταμάτα ρε! εγώ ήμουν..’’. Τον κοίταξα καλά-καλά.. και αστραπιαία πέρασαν τρεις σκέψεις από το μυαλό μου. Μια, η πιο λογική για τον καχύποπτο και πονηρό εαυτό μου, ότι για κάποιο λόγο δεν ήθελε να μάθουν οι άλλοι ότι έχουμε γνωριστεί, η άλλη σκέψη ήταν ότι μάλλον ήθελε να ξεμπερδεύει με την τρελή μου έμπλεξε και η τρίτη σκέψη ότι μου έκανε πλάκα.. Για να είμαι ειλικρινής την τρίτη σκέψη δεν την πίστεψα και πολύ. Δεν φαινόταν να έχει και πολύ πλάκα αυτός ο περίεργος τύπος.

Κατά την διάρκεια της βραδιάς μιλήσαμε για δουλειές και με τι ασχολείσαι με τι ασχολούμαι.. Που πας και ποιους ξέρεις… κτλ κτλ γνωστά. Άρχισα να τον συμπαθώ. ΑΠΛΑ να τον συμπαθώ. Αυτό το παλικαράκι δεν μου φαινόταν πολύ νορμάλ, αλλά όσο δεν έκανε και δεν έλεγε πολύ περίεργα πράγματα το πράγμα ήταν οκ.

Μέρες μετά, αφού στο μεταξύ είχαμε γίνει φίλοι στο facebook και μιλούσαμε που και που, ανταλλάξαμε τηλέφωνα, οι κοινοί μας φίλοι θα κανόνιζαν κάτι, εμείς μέναμε κοντά και έτσι θα πηγαίναμε μαζί. Αυτό το παλικαράκι δεν μου φαινόταν πολύ νορμάλ.. σας το είπα ε?

Εκείνο το βράδυ παίξαμε επιτραπέζια και γελάσαμε πολύ. Βράδια μετά, βρεθήκαμε να πίνουμε όλοι μαζί ποτά στο γνωστό μας μαγαζί. Μέχρι που τις Απόκριες τον κάλεσα σε ένα Αποκριάτικο πάρτι.. Τον περιμέναμε στην είσοδο του σπιτιού που θα γινόταν το πάρτι, πέρασε ένα αυτοκίνητο και ακούστηκε μια φωνή ‘’παρκάρω και έρχομαι’’. Το δρομάκι ήταν σκοτεινό κάπου στην Γλυφάδα, έκανε ψύχρα και ήμασταν κουκουλωμένοι όπως και όπως γιατί οι στολές μας έμπαζαν από παντού. Εγώ κοίταζα από εκεί που έστριψε που ήταν και πιο φωτεινά. Ψιλοαλαφιασμένη έριχνα και ματιές γύρω γύρω. Κάποια στιγμή κάτι σαν κίτρινη γραμμή φαινόταν κάπου στο σκοτάδι. Και άλλη γραμμή. Ανοιγόκλεισα τα μάτια μου και οι γραμμές έγιναν 5 και 6. Σιγά σιγά μια ανθρώπινη σκιά διαγραφόταν. Μάλλον έχω κάτσει πολύ στον υπολογιστή και τα μάτια μου θέλουν ξεκούραση, σκέφτηκα. Και τότε άκουσα ένα ζουζούνισμα. Ο Γιώργος είχε ντυθεί μέλισσα. Με κιτρινόμαυρο ριγέ κορμάκι, κολάν, φτερά και κεραίες. Δεν μπορούσαμε να ανασάνουμε από τα γέλια. Περπατούσε ανέμελος, αψηφώντας το κρύο. Ε!!!Πάμε μέσα, είπε!

Μήνες μετά από άπειρες βραδιές επιτραπέζιων, εξόδων, επεισοδιακών θεατρικών παραστάσεων (το τελευταίο είναι από μόνο του ένα ξεχωριστό πόστ) ο Γιώργος βρίσκεται σε ένα δίλημμα. Θέλει όχι ένα, όχι δύο αλλά τρία κορίτσια συγχρόνως. Με παίρνει τηλέφωνο. Έχουμε και οι δύο πολλά νέα. Έρχεται με το αυτοκίνητο, πάμε στο Circus για κρασί. Θάβουμε χωρίς όρια όσους δεν συμπαθούμε, σχολιάζουμε τις αποφάσεις άλλων σαν να πρόκειται για την ζωή μας, γινόμαστε κατίνες χωρίς έλεος. Ακόμα και παρατσούκλια βγάζουμε. Ξεχνάμε να πούμε για τις υποψήφιες. Την επόμενη μέρα κάνουμε πλήρη ανάλυση μέσω msn. Τα υπέρ και τα κατά, σωστή ψηφοφορία. Μόνο που δεν τους ζητήσαμε να περάσουν με μαγιό, βραδινή εμφάνιση και να μας απαντήσουν σε μια ερώτηση. Νομίζω ότι τον βοήθησα να αποφασίσει. Μέσα μου αυτόματα εύχομαι πως θα θελα να έχει κάνει την σωστή επιλογή. Θέλω να τον δω ευχαριστημένο και χαρούμενο. Και αμέσως συνειδητοποιώ ότι μόλις νοιάζομαι πολύ για έναν φίλο μου. Και πως τελικά αυτό το όχι και τόσο περίεργο πλάσμα είναι φίλος μου. Και μάλιστα πολύ καλός.

Μέρες μετά πάμε σε αγώνα μπάσκετ και θάβουμε παίκτες και θεατές. Είδαμε 15 λεπτά αγώνα, κουτσομπολέψαμε 40 λεπτά και συζητήσαμε για την επιλογή του.

Το ζητάω την συμπαράσταση του, συνοδεύοντας με σε εγκαίνια που δεν θέλω να πάω μόνη μου. Και μου απαντάει.. «Τι θα φορέσουμε?»

Του λέω μια χαζή δική μου εκδοχή ρούχου-υπερπαραγωγής και με ρωτάει «τι χρώμα είναι?» Απαντάω «μαύρο γιατί?», «για να το ταιριάξω με την κουκούλα», μου λέει.



Φανταστικέ, υπέροχε, πανέμορφε, πάνσοφε μου φίλε.. αναθεωρώ, το ’’σταμάτα ρε! εγώ ήμουν..’’ μάλλον ήταν πλάκα εκείνο το βράδυ, μάλλον έχεις χιούμορ.. έπεσα έξω.. αλλά ότι δεν είσαι νορμάλ, επιμένω…ΔΕΝ ΕΙΣΑΙ!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου