12.11.10

Χωρίς ομπρέλα..

Παρασκευή πρωί..στο γραφείο. Είναι 10 κι όμως ο ουρανός είναι τόσο μαύρος που αν δεν κοιτάξεις το ρολόι μπορεί να μπερδευτείς, να βουρτσίσεις δόντια, να βάλεις πυτζάμες και να αναρωτιέσαι ανακούρκουδα στο κρεβάτι γιατί πάλι δεν σε παίρνει ο ύπνος. Τόσο σκοτεινά είναι!
Από στιγμή σε στιγμή θα αρχίσει να βρέχει και εμείς στο γραφείο κάνουμε όνειρα. Να είμασταν λέει σε έναν πεζόδρομο, να περπατάμε και να αρχίσει η βροχή. Να χαζεύουμε ομπρέλες να ανοίγουν -που εμείς δεν έχουμε ποτέ- νοικοκυρές να μαζεύουν απλωμένα και περιπτεράδες να προστατεύουν περιοδικά και εφημερίδες. Να χαζογελάμε και να υποδυόμαστε τους χαλαρούς και όταν, λέει, δυναμώνει να τρέχουμε σε εισόδους πολυκατοικιών μέχρι να βρούμε κανένα ενδιαφέρον μαγαζί για να μπούμε. Και όσο ψάχνουμε τόσο πιο δύσκολο να γίνεται και να πηδάμε στα απέναντι πεζοδρόμια.

Σαν σε σήριαλ, η εικόνα θολώνει και αλλάζει χρώματα (μεταφορά σε αναμνήσεις ντε!). Θυμάμαι μετά το σχόλασμα να τρέχουμε, πάντα χωρίς ομπρέλα να προσπαθούμε δηλαδή, με τις φουσκωμένες τσάντες στην πλάτη και ντυμένοι σαν κρεμμύδια, από το σχολείο στο σπίτι. Ξεκινούσαμε περίπου 6-7 άτομα και στον δρόμο λιγοστεύαμε γιατί ο καθένας έστριβε ή έφτανε στο σπίτι του. Στην διαδρομή ήμουν προτελευταία, η Δήμητρα έμενε τόσο μακριά από το σχολείο μας που εύκολα θα μπορούσε να κάνει και ωτοστόπ. Με θυμάμαι να φτάνω λαχανιασμένη στο πρώτο σκαλί του σπιτιού μας και να στέκομαι για μια ανάσα, παρατηρώντας το θολωμένο παράθυρο της κουζίνας και το κίτρινο φως μέσα και να νιώθω τόοοση θαλπωρή (Γιάννα την έχεις την εικόνα;). Έχω τόσο έντονη την εικόνα που ενώ είμαι στο γραφείο σκουπίζω αυτόματα βρόχινες σταγόνες που βαραίνουν τις βλεφαρίδες μου..και χαμογελάω αμήχανα.

Η επόμενη βροχή που μπορώ να θυμηθώ, είναι το χειμώνα του 2000, στην πρώτη μου δουλειά. Με έχουν στείλει σε επαγγελματικό ραντεβού στον Βύρωνα, δόκιμη, πρέπει να αποδείξω την αξία μου, παίρνω λεωφορείο χωρίς να χτυπήσω εισητήριο, μπαίνει ελεγκτής, δεν έχω ταυτότητα, με κατεβάζει, καθυστερώ, χάνω το ραντεβού. Πεισμώνω και γυρίζω από τον Βύρωνα στα Εξάρχεια με τα πόδια. Ουρανός και γη ένα. Επόμενη μέρα, πυρετός 40.

Και όσο σκέφτομαι ομπρέλες και βροχές, έξω δεν λέει να σταματήσει. Και θυμάμαι όταν είχαμε πάει με τον Κωνσταντίνο να δούμε ένα σπίτι για να συγκατοικήσουμε. Ψιλόβρεχε αλλά ήταν κοντά οπότε δεν ψάξαμε ομπρέλα (που μάλλον δεν είχαμε κιόλας). Μετά από ώρα που είπαμε να φύγουμε η βροχή ήταν τόσο δυνατή που δεν μπορούσες να δεις καν στο απέναντι πεζοδρόμιο για να πηδήσεις σαν κατσίκι.. Η κυρία ιδιοκτήτρια μας δάνεισε μια ομπρέλα, λαχουρέ, με πράσινο, μπλε, κίτρινο, κόκκινο, πορτοκαλί, γαλάζιο..ουφ! Τελικά αποφασίσαμε το σπίτι να μην το νοικιάσουμε και όταν τρείς μέρες μετά πήγα να της επιστρέψω την ομπρέλα το σπίτι ήταν άδειο.

Έρχεται στο μυαλό μου η τελευταία βροχή πριν μια δυο εβδομάδες. Είχα ραντεβού για σινεμά με την ΑΜΣ. Πριν βγώ από το σπίτι, έτυχε να μιλήσω στο τηλέφωνο με την Σοφία, η οποία με προετοίμασε για πολύ βροχή, την αγνόησα, δεν φόρεσα καν τις αχρησιμοποίητες γαλότσες μου και βγήκα φυσικά χωρίς ομπρέλα. Πέντε λεπτά μετά πηδούσα από τα πεζοδρόμια σαν το κατσίκι. Με νερό μέχρι τις κάλτσες και μπουφάν μούσκεμα έφτασα στο σινεμά, έβαλα την ζακέτα που είχα στην τσάντα μου, αντί για μπλούζα και άπλωσα την μπουγάδα μου στις άδειες θέσεις. Το γυφτάκι, θα ήθελα να άπλωνα και τις κάλτσες..

Εντάξει, δεν μοιάζω στον μπαμπά μου, η αδερφή μου μοιάζει πιο πολύ. Αλλά αν με δεις να περπατάω στην βροχή θα καταλάβεις ότι έχουμε κάτι κοινό οι τρείς μας. Το περπάτημα σκυφτό, όχι βιαστικό, με τα χέρια στις τσέπες του παντελονιού και πάντα χωρίς ομπρέλα....

*Η λαχουρέ ομπρέλα είναι και η μοναδική ομπρέλα που βρίσκεται στο σπίτι μου, με σκοπό, μια βροχερή μέρα να την δανείσω και εγώ σε κάποιον που φεύγει για να μην βραχεί, βάζοντας τον να μου υποσχεθεί πως θα κάνει και εκείνος το ίδιο με την σειρά του (αυτή ήταν μια πραγματικά μεγάλη πρόταση).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου